Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Η οµελέτα και η κολοκυθιά

 Ένα ενδιαφέρον άρθρο για τη σημερινή κατάσταση στα πανεπιστήμια από τη σκοπια ενος καθηγητή .




Αν υποθέσουµε, χάριν του επιχειρήµατος, ότι το δάσος είναι, λόγω συγκεκριµένων προβλέψεων του νέου νόµου-πλαισίου, η µεσο- και µακροπρόθεσµη υπονόµευση του δηµόσιου χαρακτήρα του ελληνικού πανεπιστηµίου, το πολύ συγκεκριµένο και ορατό δέντρο όπου κινδυνεύουν να προσκρούσουν άµεσα µερικές χιλιάδες φοιτητών είναι η απώλεια της εξεταστικής περιόδου του Σεπτεµβρίου ή/και του χειµερινού εξαµήνου του αρχόµενου ακαδηµαϊκού έτους. Αλλά όσοι γνωρίζουν τα πράγµατα από µέσα βλέπουν το οικείο τοπίο όπου ξόδεψαν µερικά από τα καλύτερά τους χρόνια: υψηλή ιδεολογική στόχευση και µεγαλεπήβολη συνθηµατική από τη µια µεριά, πολύ πρακτικά και λειτουργικά προβλήµατα που δυσκολεύουν την πανεπιστηµιακή καθηµερινότητα από την άλλη. Εγγεγραµµένοι σ’ αυτόν τον µοιραίο κύκλο, χρόνια ολόκληρα διασπαθίσαµε ενέργεια και δαπανήσαµε µονάδες ηρεµίας διδάσκοντες και διδασκόµενοι. Και ιδού τώρα, όπως θα έλεγε και ο ποιητής, «το ίδιο τοπίο αντιγραµµένο ξαναρχίζει». Ενώ ο εξεταστικός Σεπτέµβριος ψυχοµαχάει, οι γενικές συνελεύσεις, οι σύνοδοι των πρυτάνεων, τα γραφεία και οι διάδροµοι των Σχολών, και µε τον όρο ότι θα τερµατιστούν οι καταλήψεις, αναζητούν την παραδοσιακή συνταγή της οµελέτας που δεν προϋποθέτει σπασµένα αβγά: να αρχίσουν τα µαθήµατα στα µέσα αντί στις αρχές Οκτωβρίου για να βολέψουµε (κάπως) την εξεταστική, να διασπείρουµε την εξεταστική σε µερικά µελαγχολικά φθινοπωρινά σαββατοκύριακα, να βάλουµε λίγο διδακτικό εξάµηνο ανάµεσα στα χριστουγεννιάτικα κάλαντα και στην πρωτοχρονιάτικη βασιλόπιτα ή να απλώσουµε την ακαδηµαϊκή χρονιά βαθιά ως εκεί που θα «πυρώνει θείος Ιούλιος µήνας», όπως θα ξανάλεγε ο ποιητής; 

Να µην αδικήσουµε, όµως, και τους ιδεαλιστές της υπόθεσης. Αυτοί έχουν αναρτήσει µεγαλογράµµατο πανό µε το εύγλωττο µήνυµα: «Αξίζει να χάσουµε µια εξεταστική και να κερδίσουµε το δηµόσιο πανεπιστήµιο παρά να κερδίσουµε την εξεταστική και να χάσουµε το δηµόσιο πανεπιστήµιο». Ο Μάης του ’68 µάς κληροδότησε στυλ και κάµποσες «πιασάρικες» ατάκες, όχι όµως ουσία και λεβεντιά. Γιατί η ίδια ποικιλία ιδεαλιστών, αφού, σαν τη Σολωµική Ελευθερία, πάψει για λίγο να χτυπάει µε το αγωνιστικό σπαθί, εµφανίζεται στις γενικές συνελεύσεις του Τµήµατος για να παζαρέψει την οµελέτα που λέγαµε. Ναι, συνέβη τις προάλλες στο Τµήµα Φιλολογίας του ΑΠΘ (και, κατά πάσα πιθανότητα, ανάλογες παραστάσεις πρέπει να ανέβηκαν και αλλού): «∆εν ξέρουµε πότε θα λήξει η κατάληψη» (εύλογο, εντελώς εύλογο, οι µεγάλοι αγώνες δεν είναι γαλακτοκοµικά για να έχουν ηµεροµηνία λήξης), «αλλά όποτε και αν λήξει, απαιτούµε να ληφθεί µέριµνα ώστε να µη χαθεί η εξεταστική, ή τουλάχιστον όχι ολόκληρη». Παραφράζω εδώ µε ήπιο τρόπο τον απροκάλυπτο «ετσιθελισµό» ο οποίος διέπνεε τη διατύπωση του αγωνιστικού απαιτήµατος και επισηµαίνω, χάριν πληρότητος, και το ψυχαγωγικό µέρος του περιστατικού, όπου τα µέλη της Συνέλευσης ξόδεψαν κάµποσες ώρες ανάµεσα στην οµελέτα και στην κολοκυθιά: Να κάνουµε εξετάσεις µόνο για τους επί πτυχίω… Και πόσα µαθήµατα πρέπει να χρωστάει κανείς για να δικαιούται αυτόν τον επίζηλο τίτλο; - ∆ύο. Και γιατί δύο και όχι τρία ή τέσσερα ή πέντε; 

Είναι αλήθεια ότι στην παρούσα οικονοµική συγκυρία οποιαδήποτε καθυστέρηση είναι χρήµα - χρήµα που πιθανότατα δεν περισσεύει, όχι µόνο στη γνωστή «λαϊκή οικογένεια» της Αλέκας αλλά και σε πολλά άλλα νοικοκυριά. Είναι, όµως, επίσης αλήθεια ότι η κουλτούρα τού «και ο σκύλος χορτάτος και η πίτα ολόκληρη» είναι ένας από τους µοιραίους σηµατωρούς και γνώµονες που συνδιαµορφώνουν την ελληνική πανεπιστηµιακή πραγµατικότητα εδώ και χρόνια. Και το χειρότερο αυτής της αλήθειας είναι ότι µοιάζει πολύ, πάρα πολύ, µε το εθνικό και πολιτικό σύνδροµο του φυγόµαχου και εθελότυφλου εφησυχασµού που έκανε τη χώρα συνώνυµο και παρασύνθηµα της χρεοκοπίας. Ασφαλώς, οι πρακτικές συνέπειες του «και καταλήψεις θα κάνουµε και την εξεταστική µας τη θέλουµε» δεν είναι ούτε τόσο ορατές ούτε τόσο σαρωτικές όσο εκείνες του «και τίποτε δεν κάνουµε και τη δόση θα πάρουµε». Ή µήπως είναι; Εξαρτάται από το είδος της ερµηνείας που είναι κανείς διατεθειµένος να δώσει. ∆εν ξέρω πόσοι θα αναζητούσαν ελαφρυντικό στο συγγνωστό ακαταλόγιστο της «παρορµητικής νιότης». ∆εν ξέρω πόσοι θα συνέδεαν το πανεπιστηµιακό αφήγηµα που προηγήθηκε αποκλειστικά µε τον προγραµµατικό «τσαµπουκά» ενός συγκεκριµένου πολιτικού χώρου. Φοβούµαι, όµως, ότι ανάµεσα στη µια και στην άλλη παθολογία και αιτιώδης συνάφεια βάθους υπάρχει και αµοιβαία επίδραση, γιατί στο δυναµικό πεδίο κοινωνία-πολιτική-πανεπιστήµιο, το τελευταίο, όσο και αν περιστασιακά µπορεί να απαξιώνεται, διαθέτει ακόµη αρκετό κύρος και ζωντάνια ώστε να υποδέχεται, να επικυρώνει και να ανατροφοδοτεί τα εθιµικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης συλλογικότητας µέσα στην οποία λειτουργεί. Αυτό το ξέρουν, άλλωστε, τα πολιτικά κόµµατα που διάλεξαν το πανεπιστήµιο ως προνοµιακό χώρο διαβατήριας τελετής για τα µελλοντικά στελέχη τους. 

Με επώδυνο τρόπο βλέπουµε το σκληρό χέρι που διαγράφει ένα - ένα (πτώχευση, χρεοκοπία, απολύσεις…) τα ταµπού της αφορολόγητης αισιοδοξίας µας. Σ’ αυτόν τον περίγυρο κανείς δεν µπορεί να διεκδικήσει ασυλία για τα δικά του ταµπού και, παρόλο που για ευνόητους λόγους το απευχόµαστε, ίσως σύντοµα διαπιστώσουµε ότι το πιο διδακτικό εξάµηνο είναι αυτό που χάθηκε. 

O κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 
tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου