(Μνήμη Αγίου Νήφωνος)
Στην πνευματική μας πορεία, υπάρχει κάτι πού είναι ο μεγαλύτερος σκόπελος. Και είναι τόσο πολύ σημαντικό, γιατί αυτό, εάν το προσέξη ο άνθρωπος, πολλά κερδίζει. Εάν όμως δεν το προσέξη, πολύ ζημιώνεται. Ο σκόπελος αυτός λέγεται αποθάρρυνσι,...απογοήτευσι και ευρίσκεται μέσα στην πρακτική υφή της ζωής μας. Όπως και άλλες φορές είπαμε, οι αρχές και οι γραμμές βάσει των οποίων γίνεται το ξεκίνημά μας, είναι η ορθή πίστι και η αγαθή προαίρεσι. Η πρακτική όμως, η κατ ενέργεια, η ενεργοποιός μερίς του ανθρώπου, είναι εκείνη η οποία τον αποδεικνύει πιστό, δηλαδή επισφραγίζει την ομολογία του. Μέσα σε αυτή την πρακτική, ο άνθρωπος είτε προβιβάζεται και επιτυγχάνει, είτε υποβιβάζεται και χάνει. Το σημείο εκείνο το οποίο είναι τόσο επωφελές για μάς, έγκειται σε τούτο, στο να μην χάνωμε το θάρρος μας, αλλά να συνεχίζωμε, παρ όλες τις δυσχέρειες και τις επιπλοκές πού υπάρχουν μέσα στην ενεργητικότητα της πρακτικής.
Η αμαρτία επιδιώκει να απατήση τον άνθρωπο, διότι η φύσι της, αν την ερευνήσωμε, είναι απάτη. Στην ουσία δεν υπάρχει κακό, αλλά το νόημα είναι πού το μεταβάλλει. Επειδή ακριβώς μεταβαλλόμενη διά του νοήματος μία πράξι γίνεται ένοχη, εάν δεν καλυφθή από την πρόφασι της απάτης, δεν πλανάται ο νους του ανθρώπου. Όπως δεν είναι δυνατό να βαδίση κανείς στην καταστροφή του και στην απώλειά του, βλέποντας τον προκείμενο κίνδυνο. Για να αψηφά τον κίνδυνο, πρέπει αυτός να συγκαλυφθή με κάποιο τρόπο, ούτως ώστε να απατήση τον άνθρωπο και να πέση στην παγίδα. Αυτός είναι ο απατηλός τρόπος της προβολής της αμαρτίας, του κακού και με αυτό τον τρόπο συλλαμβάνεται ο άνθρωπος, ελέγχεται ως άπιστος και ότι οι υποσχέσεις του προς τον Θεό, πώς θα τον αγαπά εξ όλης της ψυχής, είναι ψευδείς.
Ένας μεγάλος ισχυρός παράγων, ο οποίος είναι ο συντελεστής της επιτυχίας μας, είναι ακριβώς το να κρατήση ο άνθρωπος το θάρρος του. Μου εδόθη αφορμή από την βιογραφία του μεγάλου Πατρός μας Νήφωνος, Επισκόπου Κωνσταντιανής, πού σήμερα εορτάζομε, ο οποίος πολλά έχει να μάς διδάξη στο θέμα του θάρρους. Σε αυτό έχει ιδιαίτερη επίδοσι.
Καθένας από τους μεγάλους και κορυφαίους Πατέρας, έχει μία επίδοσι ιδιαίτερη, παρ όλο πού όλοι έχουν φθάσει στο τέρμα της κατά άνθρωπο τελειότητας. Εν τούτοις κατά ένα ιδιαίτερο φυσικά τρόπο επέτυχαν περισσότερο σε ένα τομέα, τον οποίο και εκφράζουν. Ειδικά στο πρόσωπο αυτού του μεγάλου φωστήρος, ευρίσκεται ακριβώς αυτός ο παράγων του θάρρους. Στην πραγματικότητα αποθάρρυνσι δεν υπάρχει, για τον εξής λόγο. Το εάν είμεθα πιστοί και ιδίως αν ακολουθούμε αυτό τον ιδιαίτερο δρόμο πού οδηγεί -ανθρωπίνως – στην τελειότητα, δεν είναι αυτό τυχαίο, ούτε εξ ιδιαιτέρας μόνο προθέσεως. Οι περισσότεροι από μάς ευρεθήκαμε στην ζωή αυτή καθαρώς από ένα θαυματουργικό τρόπο της επεμβάσεως της Χάριτος του Θεού. Αυτός μάς οδήγησε, γιατί ακριβώς μάς είχε προορίσει. Έχοντας επίγνωσι ότι είμεθα προσκεκλημένοι, προορισμένοι και δεδικαιωμένοι ήδη, δεν τίθεται πλέον θέμα αποθαρρύνσεως, δεν τίθεται θέμα ερεύνης και αμφιβολίας. Τώρα γεννάται το δεύτερο θέμα, το πρακτικότατο. Στην ώρα της ενεργείας της μάχης, ενδέχεται ο άνθρωπος να πέση.
Αλάνθαστος άνθρωπος δεν υπάρχει, και ιδίως όταν είναι ακόμα ατελής και εμπαθής. Πολλά πράγματα δεν τα γνωρίζει, πολλά πράγματα δεν δύναται. Αλλά και απειρία έχει και άνισο πόλεμο διεξάγει, διότι οι εχθροί μας είναι πνεύματα, δεν είναι όπως εμείς, σώματα, τα οποία υφίστανται, τρόπο τινά, διάφορες τροπές και αλλοιώσεις. Όλα αυτά και τα τόσα άλλα τα οποία άλλες φορές ερμηνεύσαμε, είναι εκείνα πού μάς προκαλούν ολισθήματα, αποτυχίες και γενικά λάθη.
Ο διάβολος, ο οποίος είναι πονηρός και γνωρίζει την σημασία της αποθαρρύνσεως πόσο είναι ισχυρά, δίδει το μεγαλύτερο βάρος εδώ, κατά την γνώμη των Πατέρων, στο να προκαλέση αποθάρρυνσι, μετά το λάθος του αγωνιστή. Να του κόψη το θάρρος, γιατί το θάρρος είναι όπως στο σώμα το κεφάλι, πού είναι το κεντρικώτερο μέρος από το οποίο και εξαρτάται ολόκληρο το σώμα. Έτσι και στην ενεργητικότητα του ανθρώπου, το μεγαλύτερο μέρος είναι ακριβώς το θάρρος, ο ζήλος, η ορμή, από όπου πηγάζει η ενέργεια.
Το θέμα της μετανοίας και της πρακτικής πίστεως δεν είναι αφηρημένο, είναι συγκεκριμένο. Πιστεύει κανείς και βαδίζει· και όχι μόνο βαδίζει, αλλά εντατικά αγωνίζεται, επιμένει και κρούει, περιμένοντας ότι θα του ανοίξουν. Όταν όμως χάση το θάρρος; Τότε σταματά, δεν βαδίζει πλέον, ούτε κρούει, ούτε ζητεί, ούτε αιτεί και τρόπον τινά παραδίδεται άνευ όρων. Είναι πάρα πολύ μεγάλης σημασίας το θέμα του θάρρους, στο να το κράτη κανείς και να το ανακτά, όταν το βλέπη να κινδυνεύη και ποτέ να μην το προδίδη.
Η αμαρτία ποτέ δεν εμφανίζεται όπως είναι, γυμνή, αφηρημένη, γιατί εάν εμφανισθή έτσι, δεν απατά εύκολα τον νου του ανθρώπου, ώστε να αμαρτήση. Έρχεται κεκαλυμμένη από μία πρόφασι και με τον δόλο αυτό απατά τον άνθρωπο.
Ξέροντάς το λοιπόν αυτό, ποτέ δεν προδίδομε το θάρρος μας υπό οποιανδήποτε μορφή και αν γλιστρήσωμε. Ακόμη, να πή κανείς, και στην πιο πρόδηλη αφορμή, πού νομίζει ότι είναι απόλυτα υπαίτιος -αν ήθελα, δεν το πάθαινα-, και στην πιο προφανή ακόμα πρόφασι πού εξ υπαιτιότητάς του ο άνθρωπος αμαρτάνει, δεν πρέπει να χάνη το θάρρος του, δηλαδή και εκεί πού αμαρτάνει από ιδική του απροσεξία. Στη βιογραφία αυτού του μεγάλου φωστήρος, είναι τόσο καταφανές αυτό το οποίο ακούσαμε στην ανάγνωσι, ώστε πράγματι προκαλεί σε όλους κατάπληξι. Στο πώς, όχι απλώς σε παρεμπίπτουσες και λανθάνουσες καταστάσεις πού του προκαλούσαν, τρόπο τινά, ήττα, αλλά και στις προφανέστερες, να μην υποχωρή και χάνη το θάρρος του. Ευρίσκαμε αυτό τον φωστήρα να μεγαλουργή και βλέπομε την ανταπόκρισι της Χάριτος του Θεού, στο πόσο εναγκαλίζεται και θεωρεί αθλητή αυτόν, ο οποίος, αν και ημαγμένος, δεν παραδίδεται.
Και έτσι πρέπει. Διότι στην πραγματικότητα το γεγονός είναι ένα. Κάνει κάποιος μια έρευνα στον εαυτό του την ώρα πού εγλίστρησε και έπεσε και συνετρίβη· σταματά μία στιγμή και λέει: – Καλά, τώρα εγώ αρνήθηκα τον Θεό; Μέσα μου αλλοιώθηκε κάτι και απεφάσισα ότι θα παύσω να είμαι χριστιανός; Τώρα μέσα μου εγεννήθη κάτι, πού με έπεισε ότι δεν πρέπει να πιστεύω στο Θεό, ούτε πρέπει να τον ακολουθώ; Μή γένοιτο κάτι τέτοιο. Ούτε ως σκέψι δεν είναι δυνατό να ευρέθη μέσα μου αυτό. Μάλλον καραδοκώ και αναμένω να με αξίωση η Χάρις Του, ακόμα και να αποθάνω. Όχι μόνο να αγωνίζομαι, αλλά, εάν δοθή αφορμή, να αποθάνω μόνο για την ιδική Του ομολογία. Αυτό δεν αλλοιώθηκε μέσα μου ποτέ, δεν άλλαξε· πώς λοιπόν τώρα, επειδή εγλίστρησα, αποθαρρύνομαι και προδίδω την αγάπη του Θεού; Απάτη είναι. Ήταν μεγάλο το τραύμα, ήταν μεγάλο το γλίστρημα. Μέσα στα μυστήρια του τρόπου της ενεργείας της Χάριτος έγινε, τρόπον τινά, αυτός ο πρακτικός τρόπος, πού αυτή την ώρα δεν ερευνώ. Φυσικά λαμβάνοντας τη μομφή επάνω μου και ξέροντας ότι εξ υπαιτιότητός μου απεσύρθη η Χάρις παιδαγωγούσα με στο να με κάνη συνετότερο, ευλαβέστερο, θερμότερο και προσεκτικότερο. Με παρέδωσε η Θεία Χάρις σε αυτή την πτώσι – δεν αποθαρρύνομαι γι αυτό το πράγμα – δεν τρομάζω, διότι αν και ξέρω την ευτέλειά μου και ελεεινολογώ τον εαυτό μου ότι δεν είμαι τίποτε, πιστεύω ότι εκείνο πού με κρατεί είναι η Χάρις του Θεού. Έτσι δεν χάνω το θάρρος μου. Όχι ότι αισθάνομαι στον εαυτό μου καμμιά ικανότητα – ποτέ αυτό δεν το εσκέφθηκα ούτε και θα το σκεφθώ – αλλά έχοντας αποδείξεις της ελεημοσύνης του Θεού απέναντί μου μέχρι σήμερα, στέκομαι ακίνητος και λέω ότι ο χθές Θεός και σήμερα και αύριο είναι ο ίδιος. Δεν έκανε λάθος ο Θεός, όταν με εκάλεσε όχι βέβαια για την ικανότητά μου, αλλά για την υπερβολή της αγάπης Του προς εμέ τον αμαρτωλό και ωρκίσθη στον εαυτό Του ότι «ζώ εγώ, ου μή θελήσει θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζήν αυτόν» (Ιεζεκ. 18,23). Αυτός ο Πανάγαθος Θεός και Πατήρ, εσύναξε και μένα, το μή όν, το ασθενές, το μωρό, το εξουθενημένο και με βαστάζει από τότε πού με εκάλεσε μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει βαρεθή, και αύριο ο ίδιος είναι, και μεθαύριο ο ίδιος είναι, αφού μένω και εγώ ο ίδιος. Μένω πιστός στην ομολογία μου. Δεν πρόκειται να υποχωρήσω. Δεν με απασχολεί το πώς εγλίστρησα, άλλωστε έχω και πείρα της ευτέλειάς μου ποίος είμαι», Βλέπετε λογικά πώς τοποθετείται το πράγμα;
Αρα λοιπόν ο Άγιος αυτός, ο οποίος και κατά αυτό τον τρόπο αγωνίστηκε, δεν είναι γιατί ήταν εξαίρεσι. Ακριβώς την θέσι των πραγμάτων ετόνισε. Ότι ποτέ κανείς δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, γιατί η αποθάρρυνσι, όπως είπα, είναι η μεγαλυτέρα χαρά του σατανά, διότι βλέποντας αυτός την αποθάρρυνσι λαμβάνει προσωπικότητα, ενώ δεν έχει ούτε θέσι, ούτε τόπο, ούτε προσωπικότητα. Ως οντότης υπάρχει, δεν εννοώ αυτή την προσωπικότητα. Προσωπικότητα εννοώ, ότι δεν έχει θέσι, δεν έχει μέτρο να σταθή αντίκρυ από μας. Ναί, διότι «νύν ο άρχων του κόσμου τούτου έρχεται και εν ημίν ευρήσει ουδέν» (Ιωάν. 14,30) και «νύν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιωάν. 12,31). Όταν όμως βλέπει τον άνθρωπο ότι αποθαρρύνεται και υποχωρεί, τότε αυτός παίρνει θέσι. Τότε αρχίζει να πιστεύη ότι όντως τον υπελόγισε ο άνθρωπος, τον εφοβήθη και παρέδωσε τα όπλα του. Αυτό είναι ψεύδος. Βλέπετε πόση μεγάλη σημασία έχει;
Πάντως όμως το γεγονός είναι ένα. Ότι το θέμα της αποθαρρύνσεως έχει πάρα πολύ μεγάλη βαρύτητα, ιδίως για μάς τους μοναχούς. Επειδή εμείς οι μοναχοί έχοντες περισσοτέρα ευχέρεια και πολεμούντες λεπτομερέστερα, ακριβώς ευρισκόμεθα σε αυτά τα περιθώρια, στο να ελέγχωμε ακόμα και τις σκέψεις και τα νοήματα από τα οποία προέρχονται οι διάφορες ενέργειες· και ευρισκόμενοι συνεχώς στην γραμμή του πυρός, είμεθα υποχρεωμένοι να κάνωμε αυτές τις ανασκοπήσεις και έρευνες για να ξέρωμε πόθεν ερχόμεθα και πού υπάγαμε. Επομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατί οι τρόποι της αποθαρρύνσεως είναι πάρα πολλοί και ο άνθρωπος χάνει το θάρρος του, χάνει τον ζήλο του και μειώνει την μαχητικότητά του. Το ότι σκυθρωπάζει και αλλοιώνεται, όλα αυτά είναι είδος αποθαρρύνσεως, είναι είδος ηττοπαθείας. Όλα αυτά ο σατανάς τα εκμεταλλεύεται. Κανένα από όλα αυτά δεν πρέπει να έχη θέσι. Δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε. Στη γραμμή του πυρός, εκεί πού υπάρχει συνεχής μάχη, δεν είναι παράδοξο να υπάρχουν πληγές.
Όπως μάς παρέδωσαν οι Πατέρες, πολλές φορές και η Ίδια ακόμη η Χάρις αφήνει τον άνθρωπο -θέλοντας να τον διδάξη και να τον ανεβάση σε υψηλότερα επίπεδα πρακτικής εμπειρίας – τον αφήνει επίτηδες να κινδυνεύση από την αμαρτία, -γιά να ερεθίση έτσι περισσότερο τον θυμό του εναντίον της. Και λαμβάνοντας πληγές ο άνθρωπος, μανθάνει τους τρόπους από πού συνέβησαν αυτά και τότε τον μέν Θεό αγαπά γνησίως, διότι βλέπει την στοργή Του, τον δε διάβολο βδελύσσεται αξίως, βλέποντας την κακότητά του και την πονηριά του και το αδίστακτό του στο να μάς καταστρέψη.
Εκείνο το οποίο κατέχομε και είναι για μάς άγκυρα πάσης ελπίδος, αναμφισβήτητης και χειροπιαστής, είναι ότι παραμένει μαζί μας η Θεία Χάρις. Ο καθένας μας οπό την ημέρα της ευσέβειάς μας, από τότε δηλαδή πού εισήλθαμε εκουσίως μέσα στους όρους της μετανοίας μέχρι σήμερα, ποτέ δεν ημπορέσαμε, καμία ημέρα, να φυλάξωμε το θέλημα του Κυρίου. Και όμως δεν απέστη! Παραμένει μαζί μας, μάς δικαιώνει εκ της αγαθότητάς Του και μόνο. Τα αμεταμέλητα χαρίσματα του Θεού σε μάς είναι χειροπιαστά, δεν υπάρχει αμφιβολία. Δεν δικαιώνω την αμαρτωλότητα, ούτε συνιστώ την ραθυμία. Αυτά είναι προδοσία. Τέτοιο πράγμα δεν υφίσταται μέσα στην προαίρεση των χριστιανών και ο,τιδήποτε και αν συμβαίνη είναι εξ αιτίας της ατέλειάς τους.
Ο άνθρωπος ευρισκόμενος στο γίγνεσθαι, είναι ατελής. Βαδίζει προς την τελειότητα ζητώντας περισσοτέραν επίδρασι της Χάριτος και μόνιμη ενοίκησι μέσα του. Την αποκτά σιγά-σιγά διά της ελεημοσύνης του Θεού, αγωνιζόμενος κατά των παθών του, ούτως ώστε να τα αποβάλη, για να εύρη περισσότερη θέσι μέσα του η Θεία Χάρις. Μέχρι πού να γίνη αυτό, υφίσταται όλες τις αλλοιώσεις και τις τροπές.
Επιμένω στο θέμα της αποθαρρύνσεως, διά να προσεχθή πάρα πολύ. Εκείνος ο οποίος επεσήμανε αυτό τον τομέα και τον αξιολόγησε, επιτυγχάνει πάρα πολλά. Εκείνος ο οποίος δεν προσέχει και αφήνει ακάλυπτη την πλευρά αυτή και με το παραμικρό αποθαρρύνεται, οπισθοχωρεί και αφήνει τον ζήλο του, αδικείται κατάφωρα, χάνει χωρίς να υπάρχει λόγος και μπορώ να πώ φεύγει «χωρίς διώκοντος».
Γι αυτό με παράδειγμα την βιογραφία και την παιδεία του μεγάλου αυτού Πατρός, όλοι μας να γίνωμε περισσότερο ζηλωταί, περισσότερο μαχηταί. Δεν υπάρχει μέσα στην μερίδα μας απογοήτευσι και αποθάρρυνσι. Και δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα εμείς οι ίδιοι και τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας γνωρίζομε. Γνωρίζομε ότι ομολογούμε την πίστι και την αγάπη μας προς τον Θεό και ότι ουδέποτε την αρνούμεθα και ακόμα ξέρουμε την σύμπραξι και συμπαράστασι του Θεού προς ημάς, η οποία είναι αμετάβλητη, αμεταμέλητη και αναλλοίωτη.
Δι ευχών του Αγίου Πατρός ημών Νήφωνος και της Κυρίας μας Θεοτόκου είθε να επιτύχωμε αισίως το σκοπό της ζωής μας. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου